RSS FeedRSS FeedLivestreamLivestreamVimeoVimeoTwitterTwitterFacebook GroupFacebook Group
You are here: The Platypus Affiliated Society/Archive for author editor

Chris Cutrone

Platypus Review 12 | [English] | May 2009

[PDF]

[English]

O Μαρξ χλεύασε την ιδέα του να πρέπει να «αποδείξει» την εργασιακή θεωρία της αξίας. Αν η μαρξική θεωρία αποδείκνυε πως ήταν το μέσο, δια του οποίου οι πραγματικές σχέσεις της αστικής κοινωνίας (bourgeois society) μπορούσαν να καταδειχθούν στην κίνησή τους, από πού προήλθαν, τί ήταν, και πού όδευαν, αυτό αποτελούσε την απόδειξη της θεωρίας. Ούτε ο Χέγκελ ούτε ο Μαρξ αποδέχθηκαν κάποια άλλη «επιστημονική» απόδειξη.

Όσο πιο συγκεκριμένη είναι η άρνηση της ανάγκης, τόσο πιο αφηρημένη, κενή και επιδεικτική καθίσταται η υποκειμενική διαμεσολάβηση.

-C. L. R. James, “Dialectical Materialism and the Fate of Humanity” (1947)*

Η παρούσα κρίση έχει ξεσηκώσει πολυάριθμες φωνές που καλούν σε μία επανεξέταση του «σοσιαλισμού» και ακόμη και σε μία επιστροφή στον Μαρξ.[1] Φαίνεται να προοιωνίζεται θεμελιώδεις αλλαγές, αλλαγές που αντιμετωπίζονται με όχι λιγότερο φόβο, απ’ ότι επιθυμία.

Εμείς στον Πλατύποδα έχουμε προοικονομήσει, από την ίδρυσή μας το 2006, την πιθανότητα μίας «επιστροφής στον Μαρξ» και έχουμε επιδιώξει να διαμορφώσουμε τους όρους υπό τους οποίους αυτή μπορεί να λάβει χώρα. Έχουμε επιδιώξει την επαναδιαπραγμάτευση ιστορικών ζητημάτων στον χώρο της Αριστεράς, αποβλέποντας στη θεμελιώδη επανεξέτασή τους, χωρίς να λαμβάνουμε τίποτα ως δεδομένο, ούτως ώστε να μπορέσουμε να κλείσουμε οριστικά παρωχημένα «ντιμπέιτ», στα οποία η «Αριστερά» έχει κολλήσει για παραπάνω από μία γενεά, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1960. Δεδομένης της σύγχυσης που κυριαρχεί στην «Αριστερά» σήμερα, είναι προφανές ότι κάτι τέτοιο επείγει.

Η δυσκολία που υπάρχει στην ερμηνεία της παρούσας κρίσης του καπιταλισμού είναι ότι σχεδόν όλα τα σχόλια επ’ αυτής, ιδιαίτερα αυτά που προέρχονται από την Αριστερά, εκκινούν από μία θεμελιώδη παραγνώριση. Δεν είναι τόσο το γεγονός ότι εμείς ζούμε εν μέσω της κρίσης του καπιταλισμού, όσο [το γεγονός] ότι ο ίδιος ο καπιταλισμός είναι η κρίση. Ο καπιταλισμός είναι η –μόνιμη– κρίση της σύγχρονης κοινωνίας. Όμως συγκυριακά ο καπιταλισμός γίνεται αισθητά χειρότερος. Αλλά η ιστορία του καπιταλισμού, άσχετα αν υπόκειται σε μια λεπτομερή ή αδρομερή εξέταση, είναι η ιστορία του περάσματος από τη μία κρίση στην επόμενη. Υπό αυτό το νόημα θα πρέπει να ερμηνευθούν οι παρούσες περιστάσεις και οι μελλοντικές προοπτικές για τον καπιταλισμό.

Η εκλογή του προέδρου Ομπάμα θεωρείται, από αυτή την άποψη, ένα αμφίσημο φαινόμενο: από τη μία πλευρά, ο Ομπάμα έχει επωμισθεί την ευθύνη της επίλυσης της κρίσης απλώς προς αποκατάσταση ενός status quo ante, είτε αυτό συλλαμβάνεται ως η ακμή της πολιτικής Κλίντον στη δεκαετία του 1990, πριν ο Τζορτζ Μπους (ο νεότερος) τα κάνει θάλασσα, είτε ως το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας από τα χρόνια του Ρούσβελτ έως τα χρόνια του Νίξον. Από την άλλη πλευρά, η εκλογή του Ομπάμα θεωρείται ότι εκφράζει την πιθανότητα για περαιτέρω ριζική αλλαγή, στην κατεύθυνση της οποίας μπορεί να εξωθηθεί η διακυβέρνησή του. Αλλά, ίσως, καμία αντίδραση στον Ομπάμα δεν είναι κατάλληλη. Τέτοια προγνωστικά αγνοούν την ιστορία των μετασχηματισμών εντός του καπιταλισμού, ως προς τους οποίους η παρούσα κρίση μπορεί να αποτελεί απλώς την πλέον πρόσφατη περίπτωση.

Όποιες αλλαγές ενδέχεται ή δεν ενδέχεται να γίνουν από τον Ομπάμα (ή παρά τον Ομπάμα) σε απάντηση προς την παρούσα κρίση, η διακυβέρνησή του δεν μπορεί να επιλύσει τα προβλήματα του καπιταλισμού, παρά μονάχα να τα μετασχηματίσει. Οι αλλαγές που λαμβάνουν χώρα θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, στο μέτρο που θέτουν το υπόβαθρο για την επόμενη περίοδο της ιστορίας υπό την κυριαρχία του κεφαλαίου, διαμορφώνοντας τις συνθήκες υπό τις οποίες κάθε μελλοντικός αγώνας εναντίον του καπιταλισμού πρέπει να λάβει χώρα – ακριβώς όπως οι σύγχρονες κοινωνικές μορφές είναι η συσσωρευμένη επίδραση προηγούμενων προσπαθειών καθυπόταξης της δυναμικής του κεφαλαίου στην σύγχρονη ιστορία.

Προκειμένου να συλλάβουμε τα διακυβεύματα του παρόντος χρειάζεται να υποθάλψουμε τις δυνητικές αλλαγές, παρά απλώς να αφεθούμε στην σαρωτική τους επίδραση. Χρειάζεται, παραδόξως, να προσπαθήσουμε να παραμείνουμε μπροστά από τις εξελίξεις (ahead of the curve) ακριβώς επειδή, όπως ο καθένας, είμαστε περιορισμένοι από, και υποκείμενοι σε δυνάμεις πέραν του ελέγχου μας.[2] Διότι αυτό που λείπει είναι κάποιος φορέας κατάλληλος να παρέμβει ενάντια στο κεφάλαιο (ή ακριβέστερα να παρέμβει μέσα από τη διαδικασία της εκδίπλωσής του) με δημοκρατικότερα αποτελέσματα.

Οι ιστορικές δυνάμεις που δρουν την τρέχουσα στιγμή είναι πέραν του ελέγχου οποιουδήποτε, του Ομπάμα συμπεριλαμβανομένου. Ωστόσο ο κίνδυνος που παρουσιάζει η κρίση είναι χειρότερος από αυτό, το οποίο άλλωστε είναι το επίμονο χαρακτηριστικό του κεφαλαίου. Ο κίνδυνος έγκειται μάλλον στην ψευδαίσθηση ότι εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης οι διεργασίες του κεφαλαίου, οι οποίες πρωτύτερα παρέμεναν κρυφές, έχουν τώρα κατά κάποιον τρόπο εκτεθεί σε κοινή θέα. Η σύλληψη τέτοιων διεργασιών απαιτεί κάτι παραπάνω από εμπειρία. Απαιτεί από μας να παρακολουθούμε στενά τις μεταστροφές στην ιστορία της θεωρίας, να διακρίνουμε τις καταφάσεις και τις απολογητικές από τις κριτικές διαπιστώσεις.

Η μοίρα της κριτικής της σύγχρονης κοινωνίας εκ μέρους του Μισέλ Φουκώ στα μέσα του 20ου αιώνα, κατά τη διάρκεια του τελευταίου τρίτου αυτού και κατά την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, μπορεί να μας πει πολλά, τόσο για τις ιστορικές αλλαγές από την εποχή της «Νέας Αριστεράς» κατά τις δεκαετίες του 1960-1970, όσο και για τις κοινωνικο-πολιτικές μορφές στα μέσα του 20ου αιώνα, εναντίον των οποίων στρεφόταν η κριτική του Φουκώ.

Το έργο του Φουκώ στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 παραμένει ιδιαίτερα δημοφιλές στην εποχή μας επειδή εκφράζει δυσαρέσκεια σε μορφή η οποία μπορεί να συναντήσει καταφατική ανταπόκριση στη μετασχηματισμένη κοινωνία που ακολούθησε μετά την αρχική διατύπωση και δημοσίευσή του.[3] Το έργο του Φουκώ ήταν επιδεκτικό μετασχηματισμού από κριτική σε κατάφαση και ακόμη και σε κοινή λογική. Το γεγονός αυτό και μόνο μας λέει πολλά για τις ιστορικές αλλαγές με τις οποίες συνδέεται στενά το έργο του Φουκώ.

Αν το έργο του Φουκώ εξέφραζε μορφές δυσαρέσκειας που συνέδραμαν στην άνοδο του μεταφορντικού, νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού από τη δεκαετία του 1970, αν ο επανευρεθείς αναρχισμός, με τον οποίο το έργο του έχει τόσο μεγάλη συγγένεια, κατέστη η προεξάρχουσα μορφή της ριζοσπαστικής κοινωνικο-πολιτικής δυσαρέσκειας στην υποτιθέμενη «Αριστερά», αυτό συμβαίνει επειδή η κριτική του Φουκώ συνέλαβε ανεπαρκώς το αντικείμενό της, τον φορντικό καπιταλισμό των μέσων του 20ου αιώνα. Συνεπώς όταν διαβάζουμε Φουκώ σήμερα, το έργο του μας λέει –και μας διαβεβαιώνει– αυτό που ήδη γνωρίζουμε. Μόνο σπανίως και, ούτως ειπείν, εις πείσμα του ίδιου (του έργου), μας αναθέτει καθήκοντα εντός του παρόντος. Μόνο σπανίως μας βοηθά να διαχωρίσουμε το κριτικό από το καταφατικό, ούτως ώστε να μην παρεισφρέει το ένα υπό τη μορφή του άλλου. Ως εκ τούτου, εγείρεται αναγκαία το ερώτημα: Θέτει το έργο του Φουκώ πραγματικές προκλήσεις ενώπιόν μας; Ή απλώς ψυχαγωγεί;

Η «Νέα Αριστερά» στις δεκαετίες 1960-1970 θεωρούσε ότι εξεγείρεται εναντίον του καπιταλισμού και θεωρούσε ότι το πράττει αυτό βαθύτερα απ’ όσο ήταν ικανή να το πράξει η προγενέστερη «Παλαιά» Αριστερά. Αλλά σήμερα είναι δύσκολο να αρνηθούμε ότι [τότε] ανταποκρινόταν σε μία συγκεκριμένη μορφή καπιταλισμού, που βρισκόταν ήδη στη διαδικασία διάλυσής της. Η Νέα Αριστερά δεν προχώρησε αρκετά βαθιά, ώστε να επηρεάσει τον επακόλουθο μετασχηματισμό του καπιταλισμού τις δεκαετίες 1980-1990, αλλά χρησίμευσε ώστε να νομιμοποιήσει την αντικατάσταση αυτού που είχε καταστεί απαρχαιωμένο. Παραδείγματος χάριν, διαβάζουμε και δεχόμαστε το έργο του Φουκώ, παρ’ όλο που δεν έχουμε πλέον έναν φορντικό καπιταλισμό στον οποίο να κατευθύνουμε την κριτική μας. Αντιθέτως, αυτό που έχουμε είναι μεταφορντισμός, ως προς τον οποίο το έργο του Φουκώ και λοιπές εκφάνσεις της σκέψης της Νέας Αριστεράς έχουν γίνει απολογητικές. Αν επιβεβαιωνόμαστε στον Φουκώ, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχουμε από καιρό πετάξει μακριά από τη φωλιά του κούκου και δεν τελούμε πλέον υπό τη φροντίδα της νοσοκόμας Ratched**.

Film still, One Flew Over the Cuckoo's Nest (1975)

Film still, One Flew Over the Cuckoo's Nest (1975)

Σε αντίθεση προς θεωρίες όπως αυτή του Φουκώ, η κριτική θεωρία του κεφαλαίου του Μαρξ έχει υποβληθεί σε επανειλημμένη επανεξέταση, από τις καταβολές τις στα μέσα του 19ου αιώνα, και θα συνεχίσει να υποβάλλεται εφ’ όσον ο καπιταλισμός, όπως τον κατανόησε ο Μαρξ, συνεχίζει να υφίσταται. Οι λοιποί κοινωνικοί στοχαστές των οποίων το έργο εξακολουθεί να υπόκειται σε μία τέτοια επανεξέταση – των οποίων η σκέψη συνεχίζει να μας στοιχειώνει στο παρόν – είναι εκείνοι που συνδέονται με την ιστορική τροχιά από την οποία αναδύθηκε η σκέψη του Μαρξ, εκείνοι που προηγούνται χρονικώς, είναι περίπου σύγχρονοι, ή διαδέχονται άμεσα τον Μαρξ, όπως οι Ρουσσώ, Άνταμ Σμιθ, Καντ, Χέγκελ, Νίτσε και ο Φρόυντ. Πέρα από αυτούς, οι στοχαστές μετά τον Μαρξ που κατά βάση διεκδικούν το ενδιαφέρον μας είναι εκείνοι που ακολουθούν τη μαρξική προβληματική με τον πλέον συνεπή τρόπο όπως ο Λένιν, η Λούξεμπουργκ, ο Τρότσκι, ο Λούκατς, ο Μπένγιαμιν, και ο Αντόρνο. Αυτό συμβαίνει επειδή, όπως ο Μαρξ, οι καλύτεροι μαρξιστές του 20ου αιώνα ήταν ικανοί να αντιληφθούν και να συλλάβουν τόσο τα θεμελιωδέστερα, διηνεκή ιστορικά προβλήματα της ζωής στο κεφάλαιο, όσο και τα προβλήματα του αγώνα υπέρβασής τους. Η αενάως επαναλαμβανόμενη «επιστροφή στον Μαρξ» είναι έτσι ένα χαρακτηριστικό της αντικειμενικής κοινωνικής ζωής μας και έτσι θα παραμείνει. Υπάρχει λόγος που ο Marx δεν ξεθωριάζει, όπως άλλοι στοχαστές.

Στο σημαντικό έργο του 1989 «Η συνθήκη της μετανεωτερικότητας» ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ [David Harvey]*** παρείχε έναν εξαιρετικό απολογισμό για το πώς οι μετασχηματισμοί του καπιταλισμού δεν αφήνουν εξ ολοκλήρου πίσω τους τις παλαιές μορφές, αλλά μάλλον τις επανασυστήνουν. Για παράδειγμα, ο Χάρβεϊ επιχειρηματολογεί πειστικά ότι η μορφή του καπιταλισμού, η οποία αναδύεται μετά το 1973 όφειλε να κατανοηθεί ως μετα-φορντική, ως ο μετασχηματισμός του φορντισμού, παρά ως η υπέρβασή του, ακριβώς όπως ο φορντισμός του 20ου αιώνα ήταν ένας μετασχηματισμός της προγενέστερης «φιλελεύθερης» μορφής του κεφαλαίου του 19ου αιώνα.[4]

Έτσι η παρούσα κρίση του μεταφορντικού/«νεοφιλελεύθερου» καπιταλισμού δεν παραπέμπει στο τέλος του νεοφιλελευθερισμού, αλλά μάλλον στη μετασχηματισμένη του συνέχεια. Πρόκειται να κινηθούμε προς μία περίοδο, στην οποία έχει συσσωρευθεί και ανασχηματιστεί εκ νέου η ιστορική κληρονομιά όλων των προηγούμενων περιόδων του καπιταλισμού: η φιλελεύθερη περίοδος από τα μέσα του 19ου αιώνα ως και τον ύστερο 19ο αιώνα∙ η εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού από τον ύστερο 19ο αιώνα ως και τον πρώιμο 20ο αιώνα∙ η φορντική εποχή στα μέσα του 20ου αιώνα∙ και η νεοφιλελεύθερη εποχή του ύστερου 20ου αιώνα. Το ερώτημα είναι αν αυτή η επισώρευση των προβλημάτων του καπιταλισμού από την εποχή του Μαρξ τον καθιστά – πολιτικά και θεωρητικά– περισσότερο ανεξέλεγκτο.

Προγενέστερες μορφές δυσαρέσκειας προς τον καπιταλισμό βρήκαν ιστορικά την έκφρασή τους (ωστόσο με αμφίβολο τρόπο) στην Αριστερά και αυτές μετασχηματίστηκαν μαζί με τον ίδιο τον καπιταλισμό. Η ιστορία της Αριστεράς είναι έτσι στενά συνδεδεμένη με τις αλλαγές στο πρόβλημα που έχει αναζητήσει να υπερβεί από τα μέσα του 19ου αιώνα. Η εξάντληση και η υποβόσκουσα απόγνωση που διατρέχει την Αριστερά σήμερα μπορούν να εντοπιστούν στο γεγονός ότι η Αριστερά χάθηκε σε ένα πλέγμα φαινομενικά άλυτων προβλημάτων που έχουν συσσωρευθεί από την εποχή του Μαρξ. Κανένα από τα προβλήματα που τέθηκαν στην ιστορία των προηγούμενων γενεών της Αριστεράς δεν έχει τύχει επιτυχούς επεξεργασίας. Όλα συνεχίζουν να μας στοιχειώνουν.

Ωστόσο, αυτό που διαφοροποιεί κατά πολύ τον παρόντα μετασχηματισμό του καπιταλισμού από προγενέστερους είναι η απουσία μιας Αριστεράς, μία απουσία που παραπέμπει σε ένα πρόβλημα συνείδησης. Αν το παρελθόν μάς έχει στοιχειώσει, αυτό σε ένα μεγάλο βαθμό έχει λάβει τη μορφή της απώθησης. Αντιμετωπίζοντας το παρελθόν ως «αρχαία ιστορία» διακηρύσσουμε ότι αυτό δεν είναι πλέον σχετικό [προς εμάς]. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο είναι ασαφές αν και σε ποιο μέτρο τα προβλήματα του σύγχρονου καπιταλισμού έχουν αρθεί στην συνειδητή αναγνώρισή τους.

Ενώ κάθε ιστορική κρίση στον καπιταλισμό έχει συνοδευθεί από (πρόωρες) εξαγγελίες του θανάτου του (είτε αυτές είναι ευπρόσδεκτες είτε προκαλούν θλίψη), μία ιστορία της σύλληψης του καπιταλισμού εκ μέρους της Αριστεράς μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τις αλλαγές που ο καπιταλισμός έχει υποστεί. Ειδικότερα, μία τέτοια ιστορία θα μας έλεγε με πόση ακρίβεια (ή όχι) είχε συλληφθεί ιστορικά το πρόβλημα του καπιταλισμού και της δυνητικής του υπέρβασης στον χώρο της Αριστεράς, και αυτό με την σειρά του θα βοηθούσε να αποκαλυφθούν μακροχρόνια θεωρητικά προβλήματα. Βοηθώντας μας να συλλάβουμε το πρόβλημα του καπιταλισμού, θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε καλύτερα πώς έχει επιβιώσει έως τώρα.

Το μειονέκτημα με το οποίο προσεγγίζουμε την παρούσα κρίση προκύπτει από την απουσία μίας Αριστεράς που θα μπορούσε να υποβληθεί σε ουσιαστική κριτική και να τεθεί ενώπιον πρακτικών προκλήσεων, πράγμα που έκανε ο Μαρξ και οι καλύτεροι μαρξιστές σε προηγούμενες περιόδους. Δεν υπάρχει Αριστερά για να την ωθήσουμε περαιτέρω. Αυτό περιορίζει σοβαρά την ικανότητά μας να αδράξουμε πραγματικά το παρόν μας.

Ενώ οι προηγούμενες περίοδοι παρείχαν στην Αριστερά μία πλούσια συμπτωματολογία, που μπορούσε να εξεταστεί κριτικά και ως εκ τούτου να προαχθεί, οι παθολογίες που θα πρέπει να επεξεργασθούμε σήμερα απειλούν να είναι εξολοκλήρου πλασματικές. Είναι πιθανόν τα επόμενα χρόνια να απομείνουμε με την απορία γιατί έγινε τόση μεγάλη φασαρία με τα «ασφάλιστρα υψηλού κινδύνου» [credit default swaps] και άλλα παρόμοια. Οι οδύνες του παρόντος μπορεί να φανούν γραφικές σε μελλοντικές θεωρήσεις τους.

Προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τον κόσμο χρειάζεται να προσπαθήσουμε να τον αλλάξουμε. Αλλά η παραλυμένη συνείδηση στον χώρο της «Αριστεράς» αποτρέπει κάθε προσπάθεια, από την αποτυχία της οποίας θα μπορούσαμε να διδαχθούμε. Εντούτοις, μία κριτική αναμέτρηση με τα αινίγματα παρελθοντικών προσπαθειών αλλαγής του κόσμου μπορεί να βοηθήσει να κινητοποιήσουμε την σκέψη μας και τη δράση μας στο παρόν. Οι ανήσυχοι νεκροί θα συνεχίσουν να μας στοιχειώνουν, παρ’ όλο που μπορεί να χρειαστεί να τους κάνουμε να μιλήσουν.  Αυτοί οι νεκροί είναι τα μόνα ουσιαστικά οξεία συμπτώματα που διαθέτουμε στο παρόν. |P


[1]. Βλέπε, για παράδειγμα: John Meacham και Evan Thomas “We are all Socialists now”, στο Newsweek, 16 Φλεβάρη 2009∙ και το τρέχον φόρουμ με θεματική “Reimagining Socialism” στο The Nation με την συνεισφορά των Michael Albert, Tariq Ali, Barbara Ehrenreich και Bill Fletcher ,Jr., Doug Henwood, Christian Parenti, Robert Pollin, Rebecca Solnit, Immanuel Wallerstein και άλλους, με έναρξη την έκδοση της 23ης Μαρτίου 2009 με το άρθρο των Ehrenreich και Fletcher “Rising to the occasion”. Βλέπε επίσης την εις απάντηση επιστολή μου, που δημοσιεύτηκε στην έκδοση της 20ης Απριλίου 2009, πάνω στην σχέση του μαρξισμού προς την πραγματικότητα, την ουτοπία και την αναγκαιότητα για επανάσταση.

[2]. Βλέπε, για παράδειγμα, τη «νομιμόφρονη αντιπολίτευση», -υποτίθεται από την «Αριστερά»- του προσφάτως βραβευμένου με Νόμπελ οικονομικών Paul Krugman στην κυβερνητική πολιτική του Ομπάμα, που φιλοξενείται σε στήλη ελεύθερων απόψεων των New York Times για το πώς οι στρατηγικές γλιστρούσαν «Όπισθεν της καμπύλης» -behind the curve (8 Μαρτίου 2009), το οποίο ακολουθείται από μία άλλη στήλη «Η συνείδηση ενός φιλελεύθερου» [Conscience of a liberal] (21 Μαρτίου 2009) καθώς και το ρεπορτάζ του Newsweek για τον Krugman από τον Evan Thomas «Obama’s Nobel headache» (28 Μαρτίου 2009).

[3]. Βλέπε, για παράδειγμα, Η ιστορία της τρέλας την κλασική εποχή (1961), Η γέννηση της κλινικής: Μια αρχαιολογία τη ιατρικής αντίληψης (1963) [υπό έκδοση στις εκδόσεις Νήσος], Οι λέξεις και τα πράγματα: Μία αρχαιολογία των επιστημών του ανθρώπου (1966), Η αρχαιολογία της Γνώσης (1971) και το Επιτήρηση και Τιμωρία: Η Γέννηση της φυλακής (1975).

[4]. Το πιο πρόσφατο έργο του ΧάρβεΪ, με αφετηρία το “The new Imperialism” [Ο νέος Ιμπεριαλισμός] (2003) μέχρι και το πρόσφατο δοκίμιο που δημοσιεύτηκε στο Platypus Review, τεύχος 11ης Μαρτίου 2009, “Why the U.S. stimulus package is bound to fail” έχει γίνει πολιτικά αμφιλεγόμενο, αν όχι μη συνεκτικό. Έχει έτσι απομακρυνθεί από τη διορατικότητα του πρώιμου έργου του, το οποίο αναγνώριζε τις παγίδες της νοσταλγίας για τον φορντικό καπιταλισμό, που το νεώτερο έργο του φανερώνει. Αυτή η νοσταλγία είναι εμφανής στην επίκληση του Χάρβεϊ, όπως και άλλων στον χώρο της «Αριστεράς», καθώς προσκολλώνται στην ανάμνηση των δεκαετιών του 1930-1940, για ένα «νέο Νιου Ντιλ» [New Deal]. Από την άλλη πλευρά, ο Χάρβεϊ επαναλαμβάνει τις συνήθεις προειδοποιήσεις για την υποτιθέμενη ιμπεριαλιστική «παρακμή», οι οποίες έχουν αποδειχθεί αθεμελίωτες στις διάφορες κρίσεις που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αντιμετωπίσει επιτυχώς, από την πανωλεθρία του Πολέμου του Βιετνάμ και τη μεταπολεμική κατάρρευση του Συστήματος Σταθερών Ισοτιμιών του Μπρέττον Γουντς [Bretton Woods] υπό τη διακυβέρνηση του Νίξον.


* Το δοκίμιο του C.L.R. James «Διαλεκτικός Υλισμός και η μοίρα της ανθρωπότητας» δεν υπάρχει μεταφρασμένο στα ελληνικά αλλά μπορεί να αναζητηθεί στο διαδίκτυο στην αγγλική γλώσσα: C.L.R. James Internet archive:www.marxists.org/archive/james-clr/works/diamat/diamat47.htm [ΣτΜ]

** H νοσοκόμα Mildred Ratched είναι η βασική ηρωίδα του μυθιστορήματος One flew over the cuckoo’s nest (1962) του Ken Kesey, του οποίου η κινηματογραφική μεταφορά έγινε το 1975 («Η φωλιά του κούκου»). Περιγράφεται ως μία ψυχρή, δεσποτική φιγούρα, η οποία ασκεί τυραννικό σωματικό και ψυχικό έλεγχο επί των ασθενών της, τροφίμων ενός ψυχιατρείου. [ΣτΜ]

*** «The Condition of Postmodernity», Η συνθήκη της μετανεωτερικότητας έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από την Ελένη Αστερίου για τις εκδόσεις Μεταίχμιο, 2009. [ΣτΜ]

English Description:

The politics of anti-austerity remained relatively muted in Canada until the massive Quebec student strike in 2012. While the symbol of the red square seemed to imply solidarity among the strikers, it was frequently unclear what the goals of this movement was beyond protesting tuition fee hikes. For some the strike was about resisting neo-liberalism and the "modèle québécois", the system of labour legislation, educational reform and public welfare that emerged from the 1960s Quiet Revolution. But for others the strike signaled the possibility to go beyond the past. This was expressed as a desire to pick up where the 1970s social democracy left off through demands such as free tuition. Others viewed Quebec's social democratic past as being part of the problem. They judged that parliamentary approaches, in the wake of Occupy and the Arab Spring, had grown irrelevant in the face of a direct democracy that has carried the strike through five months in spite of massive police reaction.

Whatever differences in goals, the strike fell short of expectations. While the tuition fee increases were placed on hold, the election of a sovereigntist (Quebec nationalist) social democratic party resulted in an underwhelming resolution. Unity among different Left factions during the strike has given way to acrimonious debates over whether anarchist or socialist tactics are to blame over the ultimate defeat of the movement. The attempt to overcome the past through the strike has ironically stirred up older historical sediments of the history of the Canadian Left that seem difficult to overcome.

The teach-in will explore the current crisis of the Canadian Left following the Quebec student strike through the history of the Left in Canada.

Andony Melathopoulos is an interdisciplinary PhD student at Dalhousie University in Halifax, Canada. He has been broadly involved with the Canadian labour, environmental and health care advocacy . He was the first Canadian member of Platypus and currently functions as the Vice President for Platypus in Canada and the US Midwest.

German Description:
Bis zum Ausbruch der massiven Studierendenproteste von 2012 waren die politischen Reaktionen gegen die Austeritätspolitik kaum wahrnehmbar. Auch wenn das Symbol des roten Platzes eine Solidarität unter den Protestierenden suggerierte, war es oft unklar, welche konkreten Ziele die Bewegung verfolgte, die über den Protest gegen die Erhöhung von Studiengebühren hinausgingen. Für einige war der Studienstreik eine Form des Widerstandes gegen den Neoliberalismus und das „modèle québécois“, ein System von Arbeitsgesetzen, Bildungsreformen und öffentlichen Zuschüssen, die in der „Stillen Revolution“ der 1960er entstanden waren. Aber für andere signalisierte der Streik die Möglichkeit, die vergangene Versuche zu überflügeln. Das zeigte sich in dem Versuch, dort weiterzumachen, wo die Sozialdemokratie der 1970er aufhörte – etwa in der Forderung nach der Abschaffung von Studiengebühren. Andere wiederum sahen in der sozialdemokratischen Vergangenheit Quebecs das Problem. Angesichts von Occupy und dem Arabischen Frühling sahen sie parlamentarische Versuche als unbedeutend im Vergleich zur direkten Demokratie an, die über fünf Monate hinweg den Studierendenstreik, trotz massiver Polizeigewalt, getragen hatte.

Welche Ziele auch immer verkündet wurden – der Streik unterbot alle Erwartungen. Während die Erhöhung der Studiengebühren vorerst eingefroren wurde, hatte der Wahlsieg einer souverignistischen (Quebec-nationalistischen) sozialdemokratischen Partei enttäuschende Folgen. Die Einheit der verschiedenen linken Fraktionen während der Proteste zerbrach infolge von erbitterten Auseinandersetzungen darüber, ob anarchistische oder sozialdemokratische Taktiken für die schlussendliche Niederlage der Bewegung verantwortlich zu machen seien. Der Versuch, die Vergangenheit durch den Streik zu überflügeln, hat ironischerweise ältere Auseinandersetzungen aus der Geschichte der kanadischen Linken wiederaufleben lassen, die anscheinend nur schwer zu überwinden sind.

Der Teachin wird einen Blick auf die gegenwärtige Krise der kanadischen Linken nach den Studierendenprotesten in Quebec werfen, und anhand dieser eine Einführung in die Geschichte der kanadischen Linken geben.

In der Diskussion wollen wir uns über Ähnlichkeiten und Unterschiede zu der politischen Landschaft in Deutschland und der Entwicklung der Studierendenproteste hierzulande austauschen.

Andony Melathopoulos ist ein interdisziplinärer PhD Student an der Dalhousie University in Halifax, Kanada. Er hat sich für Arbeits-, Umwelt- und Gesundheitsanliegen eingesetzt. Er war das erste kanadische Mitglied von Platypus, wo er gegenwärtig die Arbeit in Kanada und dem mittleren Westen der USA koordiniert.

Die Veranstaltung wird auf Englisch stattfinden.

Mittwoch, 25. September 2013, 18 Uhr

KOZ (Campus Bockenheim)

Um die Aufzeichnung der Veranstaltung anzuhören, hier klicken.

Bis zum Ausbruch der massiven Studierendenproteste von 2012 waren die politischen Reaktionen gegen die Austeritätspolitik kaum wahrnehmbar. Auch wenn das Symbol des roten Platzes eine Solidarität unter den Protestierenden suggerierte, war es oft unklar, welche konkreten Ziele die Bewegung verfolgte, die über den Protest gegen die Erhöhung von Studiengebühren hinausgingen. Für einige war der Studienstreik eine Form des Widerstandes gegen den Neoliberalismus und das „modèle québécois“, ein System von Arbeitsgesetzen, Bildungsreformen und öffentlichen Zuschüssen, die in der „Stillen Revolution“ der 1960er entstanden waren. Aber für andere signalisierte der Streik die Möglichkeit, die vergangene Versuche zu überflügeln. Das zeigte sich in dem Versuch, dort weiterzumachen, wo die Sozialdemokratie der 1970er aufhörte – etwa in der Forderung nach der Abschaffung von Studiengebühren. Andere wiederum sahen in der sozialdemokratischen Vergangenheit Quebecs das Problem. Angesichts von Occupy und dem Arabischen Frühling sahen sie parlamentarische Versuche als unbedeutend im Vergleich zur direkten Demokratie an, die über fünf Monate hinweg den Studierendenstreik, trotz massiver Polizeigewalt, getragen hatte.

Welche Ziele auch immer verkündet wurden – der Streik unterbot alle Erwartungen. Während die Erhöhung der Studiengebühren vorerst eingefroren wurde, hatte der Wahlsieg einer souverignistischen (Quebec-nationalistischen) sozialdemokratischen Partei enttäuschende Folgen. Die Einheit der verschiedenen linken Fraktionen während der Proteste zerbrach infolge von erbitterten Auseinandersetzungen darüber, ob anarchistische oder sozialdemokratische Taktiken für die schlussendliche Niederlage der Bewegung verantwortlich zu machen seien. Der Versuch, die Vergangenheit durch den Streik zu überflügeln, hat ironischerweise ältere Auseinandersetzungen aus der Geschichte der kanadischen Linken wiederaufleben lassen, die anscheinend nur schwer zu überwinden sind.

Der Teachin wird einen Blick auf die gegenwärtige Krise der kanadischen Linken nach den Studierendenprotesten in Quebec werfen, und anhand dieser eine Einführung in die Geschichte der kanadischen Linken geben.

In der Diskussion wollen wir uns über Ähnlichkeiten und Unterschiede zu der politischen Landschaft in Deutschland und der Entwicklung der Studierendenproteste hierzulande austauschen.

 

Andony Melathopoulos ist ein interdisziplinärer PhD Student an der Dalhousie University in Halifax, Kanada. Er hat sich für Arbeits-, Umwelt- und Gesundheitsanliegen eingesetzt. Er war das erste kanadische Mitglied von Platypus, wo er gegenwärtig die Arbeit in Kanada und dem mittleren Westen der USA koordiniert.

 

Die Veranstaltung wird auf Englisch stattfinden.

Με αφορμή το φεστιβάλ άμεσης δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη διοργανώσαμε μία μκρή συζήτηση με θέμα “Δημοκρατία και κινήματα στην ιστορία”, που φιλοξενήθηκε στο Μικρόπολις (κοινωνικός χώρος για την ελευθερία). Δημοσιεύουμε την εισήγηση από το μέλος της διεθνούς ομάδας του Πλατύποδα, Θοδωρή Βελισσάρη, η οποία αποτέλεσε τη βάση της συζήτησης που ακολούθησε.

The first of an upcoming panel series, to subsequently be held internationally in Halifax, Chicago, London, and Toronto in Fall 2013.

A moderated panel discussion and audience Q&A with thinkers, activists and political figures focused on contemporary problems faced by the Left in its struggles to construct a politics adequate to the self-emancipation of the working class. Hosted by the Platypus Affiliated Society at Rethinking Marxism 2013.

Transcribed in Platypus Review #62 (Click banner below to see):
theprweb1-91 (2)

Room 101, Campus Center, UMass Amherst

Panelists:
Stanley Aronowitz (Graduate Center of the City University of New York)
Robert Pollin (Political Economy Research Institute and University of Massachusetts, Amherst)
Jason Wright (International Bolshevik Tendency)

Description:

"Capital is not a book about politics, and not even a book about labour: it is a book about unemployment." - Fredric Jameson, Representing Capital: A Reading of Volume One

"...the misery of being exploited by capitalists is nothing compared to the misery of not being exploited at all." - Joan Robinson

"The error consists in believing that labor, by which I mean heteronomous, salaried labor, can and must remain the essential matter. It's just not so. According to American projections, within twenty years labor time will be less than half that of leisure time. I see the task of the left as directing and promoting this process of abolition of labor in a way that will not result in a mass of unemployed on one side, and aristocracy of labor on the other and between them a proletariat which carries out the most distasteful jobs for forty-five hours a week. Instead, let everyone work much less for his salary and thus be free to act in a much more autonomous manner...Today "communism" is a real possibility and even a realistic proposition, for the abolition of salaried labor through automation saps both capitalist logic and the market economy." - Andre Gorz

It is generally assumed that Marxists and other Leftists have the political responsibility to support reforms for the improvement of the welfare of workers. Yet, leading figures from the Marxist tradition-- such as Lenin, Luxemburg and Trotsky-- also understood that such reforms would broaden the crisis of capitalism and potentially intensify contradictions that could adversely impact the immediate conditions of workers. For instance, full employment, while being a natural demand from the standpoint of all workers’ interests, also threatens the conditions of capitalist production (which rely on a surplus of available labor), thereby potentially jeopardizing the system of employment altogether. In light of such apparent paradoxes, this panel seeks to investigate the politics of work from Leftist perspectives. It will attempt to provoke reflection on and discussion of the ambiguities and dilemmas of the politics of work by including speakers from divergent perspectives, some of whom seek after the immediate abolition of labor and others of whom seek to increase the availability of employment opportunities. It is hoped that this conversation will deepen the understanding of the contemporary problems faced by the Left in its struggles to construct a politics adequate to the self-emancipation of the working class.

Questions:
1. How do you characterize work and employment as a political issue in contemporary society? What is wrong with unemployment? And/or what is wrong with work?

2. A distinction is often drawn between "work" as purposeful human activity (presumably existing before and after capitalism), on the one hand, and "work" in the sense of labor in capitalism, where the worker undertakes purposeful activity for money under threat of material scarcity (typically in the form of wage labor), on the other hand. Is this distinction politically relevant when thinking about work? In a free society, would work manifest in one or both senses?

3. If the widely observable phenomenon of overwork and unemployment is a necessary feature of capitalist society, why and how is this so? What kinds of social necessity, in the present organization of the world, do you take to be underlying this phenomenon? Then, given your understanding of the nature of this necessity, what would it mean to radically transform it?

4. In the history of the Left, what examples do you regard as informing your attitude towards the politics of work and unemployment today, and what is relevant about these touchpoints?

5. Historically, the left has sought to remedy the problems of overwork and unemployment, through various means: full employment; a guaranteed minimum income regardless of employment; and/or shorter working hours for those employed. Which of these, if any, do you consider to be adequate responses, and how, if at all, should the Left pursue them?

6. If the abolition of wage labor should indeed be a goal of emancipatory politics, what forms of politics or concrete demands should be pursued to attain this goal? How do we get from "here" to "there"?

7. Given the breadth of issues and struggles pursued by the Left historically and today--race and racism, gender equality, environmental concerns, globalization, militarism, etc--what is the relationship between the politics of work and the broader project of social emancipation? Exactly how central or peripheral is the politics of work to social emancipation as such?

8. Where do you find the most promising attempts by the Left to address the issue of work and unemployment, today? What makes this contemporary work relevant and propitious?

9. What role, if any, do you assign to political organization, such as an actual or potential political party, in working to progressively transform contemporary relations of work and unemployment? What should be the relationship between any such organization and the working class?

10. A century ago, these questions were consciously taken up by a politically constituted workers movement in which socialists and Marxists participated. Today, discussions of this topic risk becoming utopian in the a-political sense. How, if at all, has the decline of workers movements and the death of the Left circumscribed our ability to engage the politics of work in the present?