RSS FeedRSS FeedLivestreamLivestreamVimeoVimeoTwitterTwitterFacebook GroupFacebook Group
You are here: The Platypus Affiliated Society/Δημοκρατία και ελευθερία: συνεχίζοντας τη συζήτηση

Δημοκρατία και ελευθερία: συνεχίζοντας τη συζήτηση

Θοδωρής Βελισσάρης

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Πέτρο Πέτκα (Π.Π.) για την απάντησή του στη βιβλιοκριτική μου.[1] Μερικές επισημάνσεις εκ μέρους μου:

α) Δυστυχώς δεν σχολιάστηκαν καθόλου τα βασικά σημεία της κριτικής μου, κι ας τους είχα δώσει ιδιαίτερη έμφαση, χρησιμοποιώντας με την πρόθεση αυτή ακόμα και πλάγιους χαρακτήρες (ό.π., σσ. 152-153).

β) Σχολιάστηκαν εντελώς δυσανάλογα, δευτερεύουσες θέσεις και “αποστροφές του λόγου” μου, μάλλον περιθωριακές ως προς το κύριο επιχείρημα. Για παράδειγμα, παρατίθεται από τον Π.Π. μικρή πραγματεία για τον Μπορντίγκα, το όνομα του οποίου εμφανίστηκε μόνο μία φορά σε παρένθεση. Η ουσία όμως του επιχειρήματός μου για την Κροστάνδη (ό.π., σ. 157), μένει αναπάντητη, παρότι εκφράστηκε, πέρα από τον Μπορντίγκα, ακόμα και από αναρχικούς ιστορικούς όπως ο Άβριτς, ο οποίος ισχυριζόταν ότι η νίκη της εξέγερσης των ναυτών τη συγκεκριμένη στιγμή θα οδηγούσε σε ενίσχυση της αντίδρασης στο εσωτερικό της Ρωσίας.[2]

γ) Ο Π.Π. ξεκινά την κριτική του με μία σύντομη παρέκβαση περί ιστορίας, θέλοντας να καταδείξει τη σημασία που έχουν τα “επιστημονικά δεδομένα” για την επίλυση διαφωνιών όπως αυτή μεταξύ μας. Νομίζω ότι η ιστορία ανακινεί προβλήματα ιδεολογίας, που δεν μπορούν να παραμεριστούν από “επιστημονικά δεδομένα”, αλλά σαφώς δεν μπορώ να επεκταθώ χωρίς να ξεφύγουμε και πάλι από το κύριο πλαίσιο της κριτική μου.

δ) Χαρακτηρίζεται απλοϊκός ο συλλογισμός μου για τη Γερμανική Επανάσταση και η εκ μέρους μου συσχέτιση της αποτυχίας της με την απουσία κομμουνιστικού κόμματος (με την παράλληλη υπόμνηση ύπαρξης κομμουνιστικού κόμματος κατά το νικηφόρο ξέσπασμα της Ρωσικής Επανάστασης). Ο αυστηρός χαρακτηρισμός του συλλογισμού μου εντούτοις παραμένει ατεκμηρίωτος. Εάν το κόμμα αποτελεί αντεπαναστατική δύναμη και τα σοβιέτ επαναστατική, μπορεί να θεωρηθεί απλοϊκό και εντελώς άνευ σημασίας το γεγονός ότι στη Γερμανία, όταν η επανάσταση απέτυχε, δεν υπήρχε κομμουνιστικό κόμμα, ενώ υπήρχαν σοβιέτ; Ο χαρακτηρισμός ενός συλλογισμού ως απλοϊκού, δεν θα απαιτούσε περαιτέρω την προσφορά ενός άλλου συλλογισμού, ο οποίος δεν θα ήταν τέτοιος; Μένει ακατανόητη η απόπειρα ερμηνείας της αποτυχίας της Γερμανικής Επανάστασης από τον Π.Π. με αναφορά στη δημιουργία του γραφείου του Άμστερνταμ, τον Οκτώβρη του 1919, ένα χρόνο σχεδόν μετά το ξέσπασμά της.

ε) Ο Π.Π. υμνεί την Κομμούνα του Παρισιού, και οικτίρει εμένα που επικροτώ ή ανέχομαι την πρακτική της σύλληψης ομήρων από τους μπολσεβίκους. Όμως, και η  Κομμούνα κρατούσε ομήρους, και μάλιστα εκτέλεσε 64 απ’ αυτούς. Ποιος υπερασπίστηκε πρώτος την Κομμούνα γι’ αυτή της την πράξη; Ο Λένιν; Όχι. Πρώτος-πρώτος, ο ίδιος ο Μαρξ.[3] Επίσης, ο Π.Π. επιδεικτικά αγνοεί την επισήμανση εκ μέρους μου της κριτικής που άσκησε ο Μαρξ στην Κομμούνα, και επιμένει ότι ο Μαρξ απλά την ύμνησε, και πως αυτή η εξύμνηση είναι απλά παράταιρη σε σχέση με άλλα έργα του για το κράτος. Όμως ο Μαρξ άσκησε κριτική στην Κομμούνα, στο ίδιο έργο στο οποίο την εξύμνησε.[4]  Αναπάντητη έμεινε επίσης η υπόμνησή μου ότι ο ίδιος ο Μαρξ ανέφερε ότι η Κομμούνα θα είχε πετύχει τους στόχους της μόνο ως δικτατορία του προλεταριάτου.[5]

στ) Περί «ηθικής πανωλεθρίας», προσπάθησα να δείξω ότι ο αυταρχισμός είναι αναπόφευκτος σε μία αυταρχική κοινωνία, άρα και στον άμεσο αγώνα για την υπέρβασή της. Ο ηθικός εκφυλισμός προκύπτει όταν ωραιοποιείται ο αυταρχισμός, και όταν δεν χρησιμοποιείται ως ύστατο μέσο άμυνας της  πλειοψηφίας επί της μειοψηφίας (ωραιοποίηση που συνέβη επί Στάλιν, και όχι επί Λένιν, ο οποίος μιλούσε ανοιχτά για τεράστια οπισθοδρόμηση σε σχέση με τους αρχικούς στόχους της επανάστασης).[6] Επίσης, αν όντως ο Λένιν, κατά βάθος, ποθούσε ολοκληρωτική χειραγώγηση των σοβιέτ και υφαρπαγή της εξουσίας τους, δεν θα αφιέρωνε πολλά από τα βασικά του κείμενα μετά την επανάσταση στην αμείλικτη κριτική της γραφειοκρατίας και στην αμείλικτη κριτική της ταύτισης κόμματος και κράτους.[7]

ζ) Δέχομαι τον σαρκασμό του Π.Π., και θεωρούμαι ανάξιος σοβαρής απάντησης εκ μέρους του, επειδή έγραψα, σε μη δημοσιευμένη εκδοχή της κριτικής μου, ότι δεν υπήρχε το κεφάλαιο ως κοινωνική σχέση επί Γαλλικής Επανάστασης. Ο ίδιος όμως ο Π.Π. λέει ότι δεν υπήρχε ο σύγχρονος βιομηχανικός καπιταλισμός επί Γαλλικής Επανάστασης, ενώ υπήρχαν διάφορα επιμέρους κεφάλαια, όπως το εμπορικό (το οποίο θα πρόσθετα ότι μπορούμε να το εντοπίσουμε σπερματικά σε εμπορικούς λαούς εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια πριν). Ακριβώς όμως, σύμφωνα με τον Μαρξ, για να υπάρχει το κεφάλαιο ως κυρίαρχη κοινωνική σχέση, απαιτείται η ανάδυση της βιομηχανίας και η συνακόλουθη άντληση σχετικής υπεραξίας. Είναι κι ο Μαρξ ανάξιος σοβαρής απάντησης;

η) Σχετικά με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, χαίρομαι που ο Π.Π. συμφωνεί ότι απέσυρε «ορισμένα μέρη της κριτικής της του 1904» ενάντια στον Λένιν και τους μπολσεβίκους (κατά τη δική μου γνώμη, τα βασικότερα). Στη συνέχεια όμως αναφέρεται ξανά στην ίδια κριτική του 1904 για την οποία μας είπε ότι αποσύρθηκαν ορισμένα μέρη, αναφέρεται δηλαδή στα «Οργανωτικά ζητήματα της Ρώσικης σοσιαλδημοκρατίας». Σε σχέση με τη μεταγενέστερη κριτική της, σημειώνω μόνο τα εξής: το γνωστό σε όλους έργο «Ρωσική επανάσταση» η Ρόζα Λούξεμπουργκ το έγραψε στη φυλακή, με περιορισμένες πηγές πληροφόρησης, και δεν το δημοσίευσε η ίδια εν ζωή. Δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό της, με επιμέλεια του Paul Levi. Εκτός φυλακής, έγραψε και δημοσίευσε η ίδια το, άγνωστο στους περισσοτέρους, άρθρο «Η Ρωσική τραγωδία»,[8] όπου γίνεται και πάλι αυστηρή αλλά συντροφική κριτική στους μπολσεβίκους, χωρίς την αναφορά στον συγκεντρωτισμό, την κατάργηση της Συντακτικής Συνέλευσης και άλλα σημεία κριτικής επί των μπολσεβίκων που περιείχε η «Ρωσική επανάσταση». Νομίζω το γεγονός αυτό έχει τη σημασία του.
Η Λούξεμπουργκ άσκησε αυστηρή κριτική στους μπολσεβίκους αλλά βρισκόμενη εντός του ίδιου, μαρξιστικού στρατοπέδου, που προσέβλεπε στη δικτατορία του προλεταριάτου και που θεωρούσε κεφαλαιώδους σημασίας την ύπαρξη μαζικού και πειθαρχημένου κόμματος (όπως ήταν ή ήθελε να ήταν τα κόμματα στα οποία συμμετείχε η ίδια ή στα οποία ηγούνταν). Δεν τους άσκησε κριτική από αναρχική ή στενά συμβουλιακή κομμουνιστική σκοπιά.

θ) Τέλος, με θεωρεί ο Π.Π. ένοχο «προφανούς παρανόησης» επειδή ισχυρίστηκα ότι πολλοί στην ελευθεριακή Αριστερά ξεχνούν ότι κάθε κράτος είναι αυταρχικό. Κι αυτό αφορά σε μία αποστροφή του λόγου μου, αλλά θα προσπαθήσω να εξηγήσω τι εννοώ, μιας και δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση από τον συνομιλητή μου.

Η δικτατορία του προλεταριάτου, σύμφωνα με την αρχική μαρξιστική θεώρηση, αφορούσε την επανάσταση, και όχι τη μετέπειτα οργάνωση της κοινωνίας. Kαθιστούσε έκδηλη πολιτικά την ταξική πάλη που ήδη λάμβανε χώρα στον καπιταλισμό εις βάρος της πλειοψηφίας (αυτό ονομαζόταν δικτατορία της αστικής τάξης). Και, μέσω της επανάστασης, η δικτατορία του προλεταριάτου συνέτριβε τους καπιταλιστές και έστρεφε αυτή την πάλη υπέρ της πλειοψηφίας. Αυτή θεωρούνταν μια αναπόδραστα αυταρχική διαδικασία (εξ ου και η επιλογή της έννοιας «δικτατορία»), όχι βέβαια αναγκαστικά βίαιη, όπως προσπάθησα να δείξω στην κριτική μου.

Η επανάσταση για τον μαρξισμό μπορεί να λάβει χώρα μόνο ως έκφραση της πλειοψηφίας. Οι μαρξιστές καταδίκαζαν ως πραξικόπημα και μπλανκισμό κάθε επανάσταση διεξαγόμενη από μία μειοψηφία. Ακόμα όμως κι ως έκφραση της πλειοψηφίας, η επανάσταση είναι μια αυταρχική διαδικασία, καθώς αποτελεί όξυνση της ταξικής πάλης και η ταξική πάλη δεν είναι ευχάριστη υπόθεση! Για παράδειγμα, η επανάσταση το 1917 δεν σηματοδοτούσε τον τερματισμό του πολέμου αλλά τη μετατροπή του παγκοσμίου πολέμου μεταξύ εθνών σε εμφύλιο πόλεμο εργατών και καπιταλιστών.

Τα κόμματα σε συνθήκες μαζικής πολιτικής είναι αναγκαία για την έκφραση των κοινωνικών συγκρούσεων και την ανάληψη πρωτοβουλιών για την υπέρβασή τους. Στον μαζικό πολιτικό στίβο (ο οποίος δεν μπορεί να παραβλεφθεί με ευχολόγια ή στρέφοντας αλλού το βλέμμα) η κομματική πάλη στο επαναστατικό στρατόπεδο αντανακλά απτά τις κοινωνικές διαιρέσεις ώστε να γίνουν αντικείμενο δημοκρατικής διευθέτησης, όχι για να υποταχθούν στη βούληση μιας υποτιθέμενα υστερόβουλης μειοψηφίας. Κανείς φυσικά δεν μπορεί να προκαθορίσει την εξέλιξη της εμπλοκής αυτής στα χωράφια της μαζικής πολιτικής. Αλλά η αγνόηση της μαζικής πολιτικής αποτελεί ανεύθυνη εγκατάλειψη της ταξικής πάλης στην αστική αντίδραση και τυφλότητα.

Μέσω της δικτατορίας της, η εργατική τάξη κατακτούσε την πολιτική εξουσία για να πραγματώσει τις κοινωνικές δυνατότητες του καπιταλισμού, τώρα πια στον σοσιαλισμό (δυνατότητες των οποίων την πραγμάτωση παρεμπόδιζε το ίδιο το κεφάλαιο). Σε σχέση λοιπόν με τη μετέπειτα οργάνωση της κοινωνίας, ο παραδοσιακός μαρξισμός αναφερόταν στον σοσιαλισμό, ο οποίος πραγματοποιούσε το αίτημα μίας πλήρους κοινωνικής δημοκρατίας, της οποίας το περιεχόμενο προσδιοριζόταν ιστορικά (Κομμούνα του Παρισιού, εργατικά συμβούλια). Πλήρης δημοκρατία, όχι μόνο με την έννοια της συμπλήρωσής της με την οικονομική ισότητα, αλλά και με την πολιτική εμβάθυνσή της μέσω της συμμετοχής όλων στη διαχείριση των κοινών.[9]

Η επανάσταση θα ήταν αποτυχημένη αν δεν οδηγούσε σε μία πλήρη δημοκρατία. Αυτή η δημοκρατία μπορεί φυσικά να συνδυάζει άμεσα και έμμεσα στοιχεία (οι ίδιοι οι αμεσοδημοκράτες αναφέρονται εξάλλου σε «ανακλητούς εντολοδόχους», όπως έκαναν οι Μαρξ και Λένιν).

Η πλήρης δημοκρατία εντούτοις δεν οδηγεί αυτόματα στον κομμουνισμό (την ελευθερία) ή, μάλλον, δεν είναι ακόμα κομμουνισμός, καθώς φέρει μαζί της αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε «αστικό δίκαιο»: το «ίσο δίκαιο (που) είναι άνισο δίκαιο για άνιση εργασία»[10]. Αυτό κληρονομείται δυστυχώς στην επανάσταση από τον καπιταλισμό (παρά το γεγονός ότι η επανάσταση συντρίβει τους ίδιους τους καπιταλιστές). Η κοινωνία προσβλέπει ακόμα σε ένα είδος κυβέρνησης που έχει το μονοπώλιο ως προς την επίλυση των διαφορών των μελών της, καθώς τα υποκείμενα έχουν εσωτερικεύσει το «αστικό δίκαιο», και δεν έχουν ακόμα συνηθίσει σε έναν άλλο τρόπο ζωής που θα εξοβέλιζε εντελώς τη σκιά του κράτους και των κυβερνήσεων. Καθώς η σκιά αυτή επιζεί εσωτερικά στα ίδια τα υποκείμενα της αλλαγής, δεν μπορεί να καταργηθεί με διατάγματα αλλά, σύμφωνα με τους Μαρξ και Λένιν, μπορεί μονάχα να «απονεκρωθεί» σταδιακά, μέσω της ενδυνάμωσης των υποκειμένων πολιτικά και κοινωνικά, και την καθ’ έξιν κατάκτηση ενός ανώτερου τρόπου ζωής εκ μέρους τους. Γι’ αυτό ελευθερία είναι το τέλος της πολιτικής όπως την ξέρουμε, ακόμα και της δημοκρατικότερης εκδοχής της.

Πολλοί ελευθεριακοί σήμερα λοιπόν, εκτός του ότι μπορεί να ξεχνούν ότι η επανάσταση έχει αναπόδραστα αυταρχικό χαρακτήρα, ξεχνούν ότι και η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας δεν ταυτίζεται με την ελευθερία και τον κομμουνισμό. Θεωρούν ότι η μετεπαναστατική εγκαθίδρυση μίας άμεσης δημοκρατίας οδηγεί αυτόματα στο ξεπέρασμα του κράτους: όμως, ακόμα και μία άμεση δημοκρατία μπορεί να παίρνει καταπιεστικές αποφάσεις εναντίον των ίδιων των μελών της. Μετατρέπουν το μέσο προς την ελευθερία (τη δημοκρατία) σε αυτοσκοπό. Στην πραγματικότητα, το μέλλον εντός της ελευθερίας δεν μπορεί παρά να είναι απρόβλεπτο, και η δημοκρατία μπορεί να είναι ένα εργαλείο μεταξύ πολλών άλλων στο μέλλον αυτό, όχι μία ιεροποιημένη διαδικασία εις το διηνεκές η οποία επαναφέρει το κράτος ως διαχωρισμένο, υπερυψωμένο σωτήρα της κοινωνίας από την πίσω πόρτα.

Παλιότερα, κοινός στόχος μαρξισμού και αναρχισμού ήταν η εξάλειψη κάθε είδους καταπίεσης και η μετάθεση του τρόπου λήψης των αποφάσεων από το «επίσημο» επίπεδο του κράτους, στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών. Στόχος ήταν το ξεπέρασμα της ίδιας της ανάγκης για την πολιτική όπως την ξέρουμε, η μετάβαση από τη διαχείριση των ανθρώπων στη διαχείριση των πραγμάτων. Οι στόχοι αυτοί υποβαθμίζονται κατά τη γνώμη μου υπέρ μίας φυσικοποίησης και ωραιοποίησης της κυριαρχίας της πλειοψηφίας επί της μειοψηφίας, μέσω της επίκλησης της άμεσης δημοκρατίας ως κορωνίδας της ανθρώπινης ελευθερίας.

Καταλαβαίνω ότι και η κλασική ελευθεριακή προσήλωση στην άμεση συντριβή κάθε μορφής εξουσίας με το αίτημα «ελευθερία τώρα!», έμοιαζε, σε αντίθεση με τον μαρξισμό, να μη λαμβάνει καθόλου υπόψη το (ενδιάμεσο) πρόβλημα της πολιτικής εξουσίας, όπως το θέτει η ίδια η πραγματικότητα. Η «διόρθωση» όμως, μέσω της επίκλησης της άμεσης δημοκρατίας, έφερε ένα νέο πρόβλημα, αυτό δηλαδή που ανέφερα ως λήθη του αυταρχικού χαρακτήρα κάθε κράτους, ακόμα και αυτού που θεσμοποιεί την κυριαρχία των πολλών επί των λίγων. Η πολιτική εξουσία όπως την ξέρουμε δεν είναι μία φυσική, αιώνια πραγματικότητα, της οποίας την καλύτερη ή λιγότερο κακή μορφή πρέπει να επιλέξουμε. Η πολιτική εξουσία αποτελεί προϊόν της ταξικής κοινωνίας, και δεν μπορεί παρά να πεθάνει μαζί της.

 

[1] “Η επανάσταση ως σύμπτωμα του κεφαλαίου”, Ουτοπία, τ. 113 (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2015), σσ. 149-162.

[2] Paul Avrich, “Kronstadt, 1921” (Princeton Legacy Library), January 1, 1991. Καίρια αποσπάσματα του βιβλίου αυτού υπάρχουν διαθέσιμα εδώ:
http://www.platypus1917.org/wp-content/uploads/readings/avrichpaul_kronstadt1921ex.pdf
Παρόμοια άποψη έχει εκφράσει και ο Βικτόρ Σερζ στο έργο του για την Κροστάνδη, εδώ (στην ενότητα «Γιατί υποστήριξα τους μπολσεβίκους»):
http://www.marxists.org/archive/serge/1945/memoirs/ch04x.htm#h3

[3]«Όταν ο Θιέρσος […] επέβαλε την ανθρώπινη πρακτική τουφεκισμού Κομμουνάρων αιχμαλώτων, η Κομμούνα, για να τους προστατέψει, αναγκάστηκε να καταφύγει στην πρωσική πρακτική κράτησης ομήρων. Το δικαίωμα στη ζωή των ομήρων αυτών καταπατήθηκε επανειλημμένα από τις συνεχείς εκτελέσεις αιχμαλώτων εκ μέρους των Βερσαλλιών. Πως θα μπορούσαν να σωθούν πια μετά τη σφαγή με την οποία οι πραιτοριανοί του MacMahon γιόρτασαν την είσοδό τους στο Παρίσι; […] Πραγματικός δολοφόνος […] ήταν ο Θιέρσος.» (δική μου μετάφραση)
http://www.marxists.org/archive/marx/works/1871/civil-war-france/ch06.htm

[4] Για παράδειγμα: «Με τη διστακτικότητά της να συνεχίσει τον εμφύλιο πόλεμο που κηρύχθηκε από τη ληστρική απόπειρα του Θιέρσου στη Μονμάρτη, τούτη τη φορά η Κεντρική Επιτροπή αποδείχτηκε ένοχη ενός λάθους αποφασιστικής σημασίας, καθώς δεν εφόρμησε στις Βερσαλλίες». (δική μου μετάφραση)
http://www.marxists.org/archive/marx/works/1871/civil-war-france/ch04.htm
Στη βιβλιοκριτική μου αναφέρω εν τάχει και τα υπόλοιπα βασικά σημεία της κριτικής του Μαρξ στην Κομμούνα.

[5] «Όμως προτού να επιτευχθεί μια τέτοια αλλαγή, μία προλεταριακή δικτατορία θα ήταν απαραίτητη, με πρώτη προϋπόθεσή της έναν προλεταριακό στρατό.» (δική μου μετάφραση)
http://www.marxists.org/archive/marx/bio/media/marx/71_10_15.htm

[6] «Σημειώσεις ενός δημοσιολόγου»
http://www.marxists.org/archive/lenin/works/1922/feb/x01.htm

[7] Moshe Lewin, Lenin’s Last Struggle (Ann Arbor Paperbacks for the Study of Russian and Soviet History and Politics), May 4, 2005

[8] http://www.marxists.org/archive/luxemburg/1918/09/11.htm

[9] Αυτά όλα έχουν ξεχαστεί και θεωρείται ότι ο μαρξισμός πάντα στήριζε τον κρατισμό ή και τον ολοκληρωτισμό ακόμα, επειδή ο Στάλιν μεταβάπτισε τις εθνικές συνθήκες εξαθλίωσης στη Ρωσία σε σοσιαλισμό. Με την ίδια έννοια, η συμμετοχή των ισπανών αναρχικών σε υπουργικούς θώκους στην Ισπανία, και μάλιστα εντός αστικής «αντιφασιστικής» κυβέρνησης η οποία κατέστειλε την εξέγερση στη Βαρκελώνη το 1937, θα έπρεπε να σημαίνει συλλήβδην καταδίκη του αναρχισμού.  Όχι βέβαια ότι ο σταλινισμός είναι παντελώς άσχετος με τον Μαρξ και τον Λένιν. Η ιστορική όμως συσχέτιση του σταλινισμού με τον Μαρξ και τον Λένιν, δεν σημαίνει αναγκαστικά και κάποια λογική τους συσχέτιση (όπως το έθετε ο Τρότσκι και για τη σχέση σταλινισμού και μπολσεβικισμού).

[10] Καρλ Μαρξ, «Κριτική του προγράμματος της Γκότα», (Σύγχρονη Εποχή), Αθήνα 2007, σσ. 22-23.